ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΕΛΜΕ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ

Μετά την ολοκλήρωση του PSI και την ψήφιση της νέας δανειακής σύμβασης η κυβέρνηση του μαύρου μετώπου θεωρώντας  ότι έφερε σε πέρας την αποστολή της (ραγδαία πτώση του βιοτικού μας επιπέδου, μαζική ανεργία και φτωχοποίηση, διάλυση κοινωνικής ασφάλισης υγείας, παιδείας, κ.α.) αποφάσισε να κινήσει τις διαδικασίες ώστε η χώρα να πάει σε εκλογές.  Η προσφυγή στις κάλπες δεν πραγματοποιείται από κάποιου είδους δημοκρατική ευαισθησία, αλλά επιχειρεί να εκβιάσει τη συναίνεση στα νέα, ακόμα σκληρότερα μέτρα που αναμένονται για το επόμενο διάστημα και να καταστήσει το λαό συνένοχο στη σφαγή του. Από την άλλη επιχειρείται να εκτονωθεί η λαϊκή αντίδραση μέσω της κάλπης, ποντάροντας και στην κινηματική νηνεμία της προεκλογικής περιόδου.

Άλλωστε  η χαρακτηριστική απραξία της συνδικαλιστικής ηγεσίας μετά την 12η Φλεβάρη φαίνεται να δικαιώνει την επιλογή αυτή. Τα πρωτοβάθμια σωματεία δεν μπορούν και δεν πρέπει να ακολουθήσουν αυτό το δρόμο, αλλά αντίθετα να προσπαθήσουν να οργανώσουν την αντίδραση των εργαζομένων και να είναι έτοιμα για την επόμενη μέρα. Οι δεσμεύσεις άλλωστε που έχουν δοθεί για την πιστή εφαρμογή του μνημονίου ανεξαρτήτως του αποτελέσματος των εκλογών, καθώς και οι επισημάνσεις στην έκθεση του ΔΝΤ για την πορεία του «προγράμματος προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας» ότι βρισκόμαστε στη μέση της διαδρομής (και της μείωσης των εισοδημάτων), δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για αυταπάτες.

Στην εκπαίδευση επανέρχεται με έντονο τρόπο το ζήτημα της αξιολόγησης. Η «εθελοντική» συμμετοχή των σχολείων στο πρόγραμμα αυτοαξιολόγησης παίρνει τη μορφή της υποχρεωτικής αυτοξιολόγησης της σχολικής μονάδας για την ερχόμενη σχολική χρονιά. Παράλληλα προετοιμάζεται το έδαφος για την ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών με την επιμόρφωση των σχολικών συμβούλων και των διευθυντών πάνω στη διαδικασία αξιολόγησης των συναδέλφων τους. Σε μία περίοδο που ετοιμάζεται περεταίρω μείωση της χρηματοδότησης της εκπαίδευσης και απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της μείωσης του προσωπικού κατά 150.000 τα επόμενα 3 χρόνια, είναι σαφές ότι η αξιολόγηση έρχεται να προσφέρει ένα πέπλο νομιμοποίησης σε αυτή τη διαδικασία. Γιατί συνάδελφοι ας μη γελιόμαστε: Τα σχολεία δε θα αξιολογηθούν για να γίνουν καλύτερα, αλλά για να γίνει πιο εύκολο το κλείσιμό τους. Η αξιολόγηση των σχολικών μονάδων θα οδηγήσει στην κατάταξή τους με βάση συγκεκριμένους μετρήσιμους δείκτες ενώ η κατηγοριοποίηση αυτή των σχολείων θα ανοίξει το δρόμο για το κλείσιμο των «μη αποδοτικών» σχολικών μονάδων. Ομοίως και οι αξιολογημένοι με χαμηλή βαθμολογία συνάδελφοι θα είναι και οι πρώτοι υποψήφιοι προς αποχώρηση, ιδιαίτερα στην περίπτωση όπου μετά από μία ενδεχόμενη συνταγματική αναθεώρηση αρθούν και τα τελευταία εμπόδια για απολύσεις στο δημόσιο τομέα. Μέχρι τότε η αναθέρμανση της συζήτησης γύρω από την εφεδρεία, χωρίς την εξαίρεση αυτή τη φορά του εκπαιδευτικού κλάδου, αλλά και η φιλολογία περί «πλεοναζόντων εκπαιδευτικών» σε μία σειρά από ειδικότητες δίνουν το στίγμα.

Η συναίνεση στην αξιολόγηση στο όνομα της βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης, θα συνιστά μία σαφέστατη κίνηση αυτοκτονίας εκ μέρους του κλάδου. Γιατί η κυβέρνηση και το υπουργείο έχουν αποδείξει έμπρακτα την αδιαφορία τους για το δημόσιο σχολείο και τους εκπαιδευτικούς. Η καθήλωση στα βαθμολογικά και μισθολογικά κλιμάκια στα οποία καταταχθήκαμε με την έναρξη του νέου μισθολογίου μέχρι την πραγματοποίηση της αξιολόγησης, επιχειρεί να εκβιάσει τη συναίνεση αυτή.

Παράλληλα το έδαφος προετοιμάζεται με μία ολοένα μεγαλύτερη κινητικότητα και μία αυξανόμενη διάθεση παρέμβασης στην καθημερινότητα του σχολείου από τους σχολικούς συμβούλους, στους οποίους επιφυλάσσεται ο ρόλος του αξιολογητή, προϊσταμένους, αλλά και από άλλους παράγοντες της τοπικής κοινωνίας. Φαινόμενα, που πληθαίνουν τελευταία, συμβούλων που επιχειρούν δημιουργώντας μια «φιλική» ατμόσφαιρα να μπαίνουν στις αίθουσες και να παρακολουθούν μαθήματα με τη «συναίνεση» των συναδέλφων, μόνο ως τυχαία δεν μπορούν να εκληφθούν και δείχνουν ότι η νέα αξιολόγηση με παιδαγωγικά κριτήρια που ευαγγελίζεται το υπουργείο παιδείας δεν είναι τίποτα παραπάνω από την επιστροφή του παλιού, γνωστού επιθεωρητισμού και του κλίματος τρομοκρατίας στο σχολείο. 

Όλα τα παραπάνω τονίζουν περισσότερο από ποτέ την ανάγκη για συλλογική δράση, την ενδυνάμωση των πρωτοβάθμιων σωματείων και την ενίσχυση της αλληλεγγύης μεταξύ των συναδέλφων. Πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση και σε ετοιμότητα  για το επόμενο διάστημα, όπου θα κριθεί η επιβίωση του δημοσίου σχολείου με τον τρόπο που το γνωρίσαμε μέχρι σήμερα. Καλούμε την ΟΛΜΕ να ενεργοποιηθεί, να ορίσει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα αγωνιστικής κλιμάκωσης και απόκρουσης της επίθεσης. Στην κατεύθυνση θα πρέπει να οριστεί γύρος Γενικών Συνελεύσεων των κατά τόπους ΕΛΜΕ με σκοπό να παρθούν αγωνιστικές αποφάσεις καταδίκης της αξιολόγησης και των επερχόμενων μέτρων.

Ο    Ο Πρόεδρος:    Μαστροκώστας Κώστας 

 Η Γ. Γραμματέας:    Πανοπούλου Φωτεινή _